2004
Κατά το 2004, έγιναν τα προβλεπόμενα πειράματα βόσκησης στους Λειμώνες 1 και 2. Συγκεκριμένα, ο Λειμώνας 1 αποτελούνταν από τρία τμήματα (Α, Β και Γ) σπαρμένα με φυτά που ήταν διακριτά. Το τμήμα Α αποτελούνταν από το αγρωστώδες Festuca arundinacea (φεστούκα), το τμήμα Β από δύο τανινοφόρα ψυχανθή, Lotus corniculatus (λωτός) και Onobrychis viciifolia (ονοβρυχίδα) σπαρμένα σε δύο ίσα υποτμήματα αυτού ως μονοκαλλιέργειες και το τμήμα Γ ήταν σπαρμένο με τα τρία προηγούμενα είδη σε διακριτές σειρές. Ο Λειμώνας 2, περιείχε επίσης τρία τμήματα (Α, Β και Γ), έκτασης 0,0375 ha, που το καθένα σπάρθηκε με μείγμα αποτελούμενο από δύο αγρωστώδη (Avena sativa και Lolium perenne) και δύο ψυχανθή (Trifolium repens και Medicago sativa) αλλά σε διαφορετική αναλογία αγρωστωδών / ψυχανθών (60/40, 70/30 και 80/20, αντίστοιχα).
Διαθέσιμη βοσκήσιμη ύλη
Η παραγωγή βοσκήσιμης ύλης των λειμώνων τρεις μήνες μετά την εγκατάστασής τους ήταν κατά μέσο όρο 998 kg/ha στον λειμώνα 1 και 1123 kg/ha στον λειμώνα 2. Αναλυτικότερα, στα τμήματα του λειμώνα 1, η παραγωγή βοσκήσιμης ύλης ήταν 957 kg/ha για εκείνο που ήταν σπαρμένο με το αγρωστώδες φεστούκα, 984 kg/ha για εκείνο που συνίστατο από δύο διακριτά τεμάχια σπαρμένα με ψυχανθή (λωτό και ονοβρυχίδα) και 1053 kg/ha για εκείνο που συνίστατο από μείξη του αγρωστώδους και των ψυχανθών, που προαναφέρθηκαν. Στα τμήματα του λειμώνα 2, η παραγωγή βοσκήσιμης ύλης ανήλθε στα 1081 kg/ha σε εκείνο που ήταν σπαρμένο με δύο αγρωστώδη (αβένη και λόλιο σε ποσοστό 60%) και δύο ψυχανθή (μηδική και έρπον τριφύλλι σε ποστό 40%), στα 1129 kg/ha σε εκείνο που ήταν σπαρμένο με μείξη των προηγούμενων φυτών και αναλογία αγρωστωδών/ ψυχανθών 70%/30% και 1159 kg/ha σε εκείνο που ήταν σπαρμένο με μείξη των προηγούμενων φυτών και αναλογία αγρωστωδών/ ψυχανθών 80%/20%.
Θρεπτική αξία
Όπως αναμένονταν, ή βοσκήσιμη ύλη των αγρωστωδών περιείχε σχετικά υψηλές ποσότητες ινωδών συστατικών (δομικοί υδατάνθρακες) ενώ η περιεκτικότητά τους σε ολικές πρωτεΐνες κυμάνθηκε από 106 g/kg ξηρής ουσίας έως 222 g/kg ξηρής ουσίας. Η ιδιαίτερα υψηλότερη περιεκτικότητα σε ολικές πρωτεΐνες καταγράφηκε για τη φεστούκα. Η βοσκήσιμη ύλη των ψυχανθών ήταν υψηλής περιεκτικότητας σε ολικές πρωτεΐνες που κυμάνθηκαν από 155 g/kg ξηρής ουσίας (τριφύλλι) έως 264 g/kg ξηρής ουσίας (ονοβρυχίδα). Η βοσκήσιμη ύλη που συλλέχτηκε από τα τμήματα των λειμώνων που ήταν σπαρμένα με μείγματα αγρωστωδών και ψυχανθών ήταν σχετικά υψηλής περιεκτικότητας σε ολικές πρωτεΐνες (Τμήμα λειμώνα 2, με μείγμα αβένης και λόλιου 80% και μηδικής τριφυλλιού 20%:: 172 – Τμήμα λειμώνα 2, με μείγμα αβένης και λόλιου 60% και μηδικής τριφυλλιού 40%: 210 g/kg ξηρής ουσίας) και μέτριας περιεκτικότητας σε ινώδη συστατικά. Σε ότι αφορά την περιεκτικότητα της βοσκήσιμης ύλης σε ινώδη συστατικά (δηλ. ινώδεις υδατάνθρακες), επισημαίνουμε ότι αυτή συνδέεται με το αποτύπωμα CH4. Συγκεκριμένα, η κατανάλωση από τα ζώα βοσκήσιμης ύλης με υψηλή συγκέντρωση μη ινωδών υδατανθράκων, που ζυμώνονται εύκολα στη μεγάλη κοιλία (π.χ., διαλυτοί υδατάνθρακες και πηκτίνη) και χαμηλή περιεκτικότητα δομικών υδατανθράκων (π.χ. κυτταρίνη και ημικυτταρίνη), ενισχύει την αποτελεσματικότητα της χρήσης θρεπτικών συστατικών και συντελεί σε μειωμένες εκπομπές CH4.
Συμπεριφορά βόσκησης προβάτων
Η σάρωση βόσκησης των προβάτων για τη φεστούκα, στο πείραμα αλληλουχίας βόσκησης στα τμήματα Α και Β του λειμώνα 1 -πρώτα φεστούκα (Φ) και μετά ψυχανθή: λωτό και ονοβρυχίδα (Λ+Ο) και το αντίστροφο-, ήταν 40,3% στην αλληλουχία Φ→Λ+Ο και 43,9% στην αλληλουχία Λ+Ο→Φ. Η βόσκηση των προβάτων για τα ψυχανθή, λωτό και ονοβρυχίδα, ήταν 65,7% στην αλληλουχία Φ→Λ+Ο και 69,8% στην αλληλουχία Λ+Ο→Φ. Η βόσκηση των προβάτων για τη βοσκήσιμη ύλη του τμήματος του λειμώνα 1 που ήταν σπαρμένο με το μείγμα του αγρωστώδους και των ψυχανθών ήταν παρόμοιο αυτών που καταγράφηκαν για τα ψυχανθή στο πείραμα αλληλουχίας και ανήλθε στα 63,3%. Τα ποσοστά καταγραφής βόσκησης στα τρία τμήματα του λειμώνα 2 ανήλθαν στα 79,7% για τη βοσκήσιμη ύλη του μείγματος αγρωστώδη (60%)/ψυχανθή (40%), 77,0% για τη βοσκήσιμη ύλη του μείγματος αγρωστώδη (70%)/ψυχανθή (30%) και 78,6% για τη βοσκήσιμη ύλη του μείγματος αγρωστώδη (80%)/ψυχανθή (20%). Σε ότι αφορά στην προτίμηση των προβάτων για τα δύο ψυχανθή του τμήματος Β ήταν μάλλον υψηλότερη για την ονοβρυχίδα (53,2%) παρά για τον λωτό (46,8%). Το ίδιο μοτίβο προτίμησης βρέθηκε και στο τμήμα Γ, ονοβρυχίδα: 40% και λωτός 33,8%, ωστόσο η προτίμηση των προβάτων ήταν υψηλότερη για τα δύο ταννινοφόρα ψυχανθή συγκριτικά με τη φεστούκα (26,2%).